ἑτερωνύμων

ἑτερωνύμων
ἑτερώνυμος
with different designation
masc/fem/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Πεσόα, Φερνάντο — (Pessoa, Λισαβόνα 1888 – 935). Πορτογάλος ποιητής. Είναι χωρίς αμφιβολία η πιο πολυσύνθετη μορφή της λογοτεχνίας του 20ού αι. στην Πορτογαλία. Έμεινε ορφανός από πατέρα στα πέντε του χρόνια και εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του και τον πατριό του… …   Dictionary of Greek

  • μαγνήτης — Έτσι ορίζεται οποιοδήποτε σώμα ικανό να έλκει σιδηρομαγνητικά υλικά. Η ιδιαίτερη συμπεριφορά των φυσικών μαγνητικών υλικών (Fe3O4) ήταν γνωστή από τα αρχαιότατα χρόνια και οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν ήδη από τα προχριστιανικά χρόνια την ιδιότητα… …   Dictionary of Greek

  • σπινθήρας — ο 1.σπίθα: Από σπινθήρα της μηχανής πήραν φωτιά τα ξερά χορτάρια. 2. λάμψη και κρότος από την ένωση ετερώνυμων ηλεκτρικών φορτίων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”